|
Древнегреческий словарь
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
ἐπεισαγωγήἐπεισαγωγή
ἐπ-εισαγωγή
староатт. ἐπεσαγωγή ἡ
; 1) введение, т.е. внушение
ex. (κρείττονος ἐλπίδος NT.)
; 2) место ввода, лазейка
ex. (ἔσοδοι καὴ ἐπεσαγωγαί Thuc.)
Случайная выборка слов
αθυρω, καταρκεω, επιπταιρω, ανακεαται, φυη, τρομεω, αντοικτειρω, στρυφνοτης, ενδυκεως, χλιδημα, επιλιπαινω, συμπαρατρεχω, προαποσφαζω, υπερτελης, φιμα, επικερδης, αμφιλυκη, ανδρολογεω, διφρηλασια, ανακρασις, κατακερασις, συμπυνθανομαι, ψευδω, °συμπεριπλεκω, τεκμαρσις, επιθραυω, Δαρδας, αμβλωψ, δυσβουλια, οξυπρωρος, νυκτερησιος, τρυχος, κοινωφελης, Λυκουρια, υποληψις, βεβρωκα, συνεξερυω, φιλοκυνηγος, ρυσιος, λυσσοω, κατακολπιζω, αγναφος, ανωχθι, δολοφονος, δραπετευω, παρδαλεη, αγυρτης, πονεομαι, αναρπαγη, Βοττιαια, καλαμη, μισαλεξανδρος, χερρος, ηοι, συναγρομενος, αποκαρτερησις, σακτωρ, Μεσπιλα, εθορον, ωφλον, αρκουντως, συλληξις, αναπλοω, εκφωνησις, θρασος, ερι, φορημεναι, αναντιλεκτος, απερυγγανω, παλινορμενος, φάμα, πολυμυξος, φιλοναυτης, Ιπποδαμεια, δραστηρ, δυσεφικτος, απολαυστικως |
|
|