|
Древнегреческий словарь
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
ἅπαςἅπας
ἅπᾱς
ἅπᾱσα, ἅπαν, gen. ἅπαντος, ἁπάσης, ἅπαντος (ᾰπ)
; 1) весь, целый; сплошной
ex. ἀργύρεος ἅ. Hom. — весь из серебра;
ταῦθ΄ ἅπαντα Aesch. — все это;
ἅπαν γένοιτ΄ ἂν ἤδη Arph. — все может теперь случиться;
εἰς ἅπαντα χρόνον Aesch. — навеки, вечно
; 2) всякий, каждый
ex. (ἅ. ἀνήρ Her., Plat.; ἅ. τις Arph.)
; 3) всяческий
ex. ἐξ ἅπαντος Soph., Plut., ἐς ἅπαν Thuc. и ἅπασι Her. — всячески, во всем;
ἐναντίος ἅ. Plat. — прямо противоположный;
ἅπασ΄ ἀνάγκη Arph. — совершенно необходимо;
ἅ. κίνδυνος Arph. — крайняя опасность
Случайная выборка слов
χιλιετης, κολωνα, καταχραομαι, ριζοβολεω, Ηβη, Θουκυδιδης, ιασιμος, καταχηρευω, Αμμωνιακος, κηεν, αντιπεραινομαι, αφομοιωσις, εκθοιναομαι, επιφανεως, θινος, τωπος, μεταμιγνυμι, φορτηγικος, αστυοχος, Τεκμησσα, ανεινται, απηχεω, προσραινω, θεοεχθια, εξατιμαζω, συμπειρος, κυκλοσε, χαρμη, στειλειον, συνυποπτευω, ευρυωψ, αναλωκα, λαγνεια, αιρεσις, Τηλεπυλος, λιπερνητις, °συνεργατης, επεγενετο, ιπνοκαης, λογχοω, πλυντρον, χθεσινος, Καπανηιος, γλυκυηχης, ευπροσωπεω, Πλυντηρια, Ελος, ληιον, ορτυγοθηρας, επιγηθεω, καταληπτος, καρπογονια, νυος, λεχαιος, ληστης, Σκυθικος, ιππελαφος, οινανθη, γραμμαδιδασκαλιδης, αμβων, βαθυνω, αμισης, οστεον, ειλυος, επονομαζω, εκλιπης, οχλωδης, πολυπλας, υιοθεσια, ετερωθεν, ονειδειος, υψηλοφρων, φοβεστρατος, αισυητηρ, κυλιω, καταστοιχειοω, κτασθαι |
|
|