Древнегреческий словарь


Α  Β  Γ  Δ  Ε  Ζ  Η  Θ  Ι  Κ  Λ  Μ  Ν  Ξ  Ο  Π  Ρ  Σ  Τ  Υ  Φ  Χ  Ψ  Ω

φῆτε

φῆτε
2 л. pl. praes. conjct. к φημί

Случайная выборка слов

πολυσταφυλος, Δυσελενα, αθησαυριστος, Τελευτας, τριχο, σπανιως, φειδωλον, ενδινεομαι, Πολυδαμας, αρω, εμπλην, πολεος, προσωπιδιον, δισπονδιος, καππεσον, περιψοφησις, υγρα, Καδμογενης, Ιαων, Λυσανδρια, αντιπορευομαι, απορρεζω, τρυγωδοποιομουσικη, στρομβοειδης, υποτιθημι, κομψον, βοαδρομος, σχαζω, δαπεδον, χρυσοφρυς, υπερπληροω, φιλευντας, περιστεναχιζομαι, ανιδρωτος, εμπεριληπτικος, υιος, συντρεις, αλγεω, αφιδρυσις, υποσαινω, διαπινω, ονασις, ρυθμος, δορξ, υννις, νευσις, Παραποταμιοι, αντιπαρατιθημι, κουρικος, κατατριβη, Θαργηλιων, οργιαστης, Τισᾰμενοφαίνιππος, ανθρακοω, ταχεια, διεεργον, Αιγιαλια, περιοχος, γυναικιζω, τιθηνος, ιστοπεδη, φυλακικος, αισχροκερδια, προοπτης, εποικτειρω, κακοπατρις, δογματιζω, °συγκαθελκω, Ομβρικοι, ευθυτριχος, φλεβονευρωδης, εκφιλεω, επανατεινω, εξαπονεομαι, ομοσαι, καλλιγραφεω, φαεσφορος


наши новости:




   
    древнегреческий словарь 2007-2011 ©LingvoKit
грузинско-русский словарь, персидско-русский словарь, болгарский язык, сантехника,
каталог