|
Древнегреческий словарь
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
ἀπεκλανθάνομαιἀπεκλανθάνομαι
ἀπ-εκλανθάνομαι
совершенно забывать
ex. ἀπεκλελάθεσθε θάμβευς Hom. — перестаньте удивляться
Случайная выборка слов
σταν, ιαχημα, ησω, δινεω, ιππαφεσις, θεοπυρος, αυτοειδος, μεριμνημα, ξυμβασις, κηπιον, νοσηματιον, απνευματος, προσκινεομαι, κωμωδογραφος, υποκολπιος, Υδαρνης, παριστανω, οπισθονυγης, απονεμητικως, Κασσιτεριδες, προστηξις, πυρριχιαμβος, ηνιδε, αντιστρεπτεον, εριβρεμης, ονομαστικον, Καρπαθος, οκταετηρις, καταβορρος, ανεπαχθης, εκκωφοω, αμμε, εργατησιος, ψευδογραφεω, °συγκαταδουλοω, σημαντρις, νηφαντικος, οιος, πεπασμαι, διαγκωνισμος, θεοπροπος, ωμοπλατη, διαμελαινω, ποσινδα, Ισσα, εντριτωνιζω, εξαλειπτρον, ξενιον, αρματροχιη, επλων, ανθερικη, καθυγρος, Επειοι, επικαταιρω, λεπτολογον, πτυον, γιγαντομαχια, τληθι, γενναιοπρεπως, δεδοκημαι, αποθηλυνω, Αιγειδης, ῃξα, ατοπια, εμπνοια, νητη, ανθρωπηιη, πανωλεθρια, ψιαθος, ευννητος, ορημι, σκυταλις, μηχανοεν, εξαεροω, εκλαιον, αλαοσκοπιη, Ερωτιδες |
|
|